κελίον

κελίον
κελίον, τὸ (Μ) βλ. κελλί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κελλί — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 110 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, 20 χλμ. ΝΑ του Πολυγύρου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πολυγύρου. * * * και κελί, το (ΑΜ κελλίον και κέλλιον, Μ και κελίον και κελί και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”